29/8/09

Τρία μικρά πικρά ποιήματα

Στη Σ.

α.
Στρωτή γροθιά στο στομάχι
όταν δεν υπάρχει στομάχι
ήχος ξερός ανώδυνος
όταν δεν υπάρχει πια μουσική
κύπελλο σπασμένο χρυσάφι
όταν δεν υπάρχουν πια τρόπαια
ποίημα σκισμένο τετράδιο
όταν δεν βρίσκεται πια χαρτί.


β.
Η ώρα θα έρθει και θα είσαι μόνος σου.
Θα κοιτάς τη συννεφιά απ΄ το παράθυρο ενώ
μάτια που ξέχασες
θα βλέπουν σύννεφα αλλαγμένα
από πολύ πιο μακρυά σου.
Θα σκεφτείς τα λεπτά τα πουλιά και κάποιο
γκριζωπό αιωνόβιο δέντρο.
Και θα ΄σαι μόνος.

γ.
Η πόρτα άνοιξε.
Στάλες ειπώθηκαν.
Βροχές εννοήθηκαν.
Ο δρόμος για το φεγγάρι αυτή τη φορά
φάνηκε πολύ μακρύς.
Τα μάτια σφίχτηκαν
σε μια προσπάθεια να αρπάξουν
την ανεμόσκαλα
ενώ αυτή σιγά σιγά
εξαφανιζόταν.


.......

16/8/09

Περί ψυχολογίας

Όταν μια ομορφούλα που μου μιλάει δουλεύει ψυχολόγα,
εγώ το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να τη γουστάρω.
Κρυφά βέβαια. Kι ανομολόγητα.
Δε θα της το έλεγα ποτέ, δεν είμαι τόσο βλάκας.
Αντίθετα, θα έκανα το παν για να τη γοητεύσω πλαγίως.
Γιουγκ, Λακάν, Άντλερ, όλους θα τους ξεφούρνιζα επίτηδες
για να πετύχω το σκοτεινό όσο και βρώμικο στόχο μου
(να ενώσουμε τις αρρωστημένες ψυχές μας κάτω από το σεντόνι).

Όταν μια ομορφούλα που παίρνει μαζί μου το απεριτίφ της
σε πανάκριβο εστιατόριο δουλεύει ψυχολόγα, είναι ψηλή
και ντύνεται επιτέλους με στυλ, εγώ το μόνο που μπορώ
είναι να της κάνω φιγούρα.
Πολύ έξυπνη βέβαια και λεπτή. Καλοστημένη.
Τόσο ώστε κι αυτή, που είναι μια Επιστήμων,
να μην καταλάβει την ψευτιά.

Και την κατάλληλη στιγμή ΤΣΑΚ! θα τη μαγκώσω.
(Βέβαια κι αυτή άλλο που δε θα θέλει. Θα γίνει ηθελημένα
πιο εύπιστη κι από πρωτοετίνα του παιδαγωγικού.)
Και την κατάλληλη στιγμή ΤΣΑΚ! Θα τις μαγκώσω όλες.
Θα πέσουν όλες, μία προς μία, σαν πρόβατα στο χωριό μου το Πάσχα.

Πού αλλού.

Στο φτωχό πλην παμπόνηρο ντιβάνι μου.


(σύνδεσμοι σε αυτό το κείμενο: «Στο ντιβάνι» του Irvin Yalom)
.......

7/8/09

ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ(4η ΑΝΑΦΟΡΑ)

Την επομένη σηκώθηκα απ' το κρεβάτι πάλι προς το μεσημέρι και πάλι μπερδεμένος. Φαίνεται η επίδραση της ταινίας είχε αρχίσει να μειώνεται και η σχέση λόγου και πράξης ξεθώριαζε απ' την θέλησή μου. Όμως επειδή είμαι αρκετά πεισματάρης και με τον εαυτό μου θυμήθηκα την υπόσχεση που έδωσα λίγο πριν κοιμηθώ και παρ' όλη την αναλγησία μου αποφάσισα να την πραγματοποιήσω.
Το ερώτημα όμως είναι πως θα βρω την κατάλληλη ευκαιρία να την ξαναπλησιάσω, αφού ο βλάκας την προηγούμενη είχα φτάσει κοντά όσο ποτέ και δείλιασα. Αποφάσισα να πάρω πάλι τους δρόμους μήπως και την ξαναπετύχω να ζωγραφίζει το ηφαίστειο.
Ξεκίνησα λοιπόν την περιήγηση στην πόλη, αυτή τη φορά πιο αργά και προσεχτικά .Ίσως η χαμηλή ταχύτητα και η προσοχή να ήταν αιτία που παρατηρούσα σαν να έβλεπα για πρώτη φορά τα πρόσωπα και τα κτίρια που προσπερνούσα σε καθημερινή βάση. Πρόσεξα την αχιτεκτονική σε ορισμένα ενδιαφέροντα κτίρια, κάποια εμβλήματα κατάλοιπα της αναγέννησης, τα παιχνίδια κάποιων παιδιών και την μεγάλη ταχύτητα στο περπάτημα ανθρώπων που βιάζονταν να πάνε στη δουλειά τους. Έτσι είμαι κι εγώ, σκέφτηκα, κάθε μέρα. Γρήγορος, βιαστικός και απρόσεκτος. Πως και δεν τα 'χα δει ξανά όλα αυτά. Συνήθως χάνομαι στις σκέψεις μου και χάνω αυτές τις εικόνες. Όμως, σαν να ξύπνησα απότομα, να, και πάλι τα τελευταία λεπτά κάνω ακριβώς το ίδιο πράγμα που κατηγορώ. Πάλι ξαναχάθηκα και έχασα τον στόχο. Τον στόχο.Τον στόχο πρέπει να έχω συνεχώς στο κεφάλι μου και αν είναι δυνατόν να ταυτιστώ μαζί του.Ξανά επανήλθα, ξανά έψαχνα την Μαρία.
Ένα χέρι νιώθω στην πλάτη μου να μ' ακουμπά τόσο όσο χρειάζεται να νιώσει κανείς το βάρος του ίσα ίσα. Γύρισα να κοιτάξω και ξάφνου βλέπω μπροστά μου την Μαρία. Έγιναν όλα τόσο απρόσμενα απότομα με αποτέλεσμα,σαν μηχανική κίνηση, το σώμα μου να ξεκινήσει να φεύγει, μέχρι που σταμάτησε όσο απότομα ξεκίνησε εξ αιτίας της φωνής της Μαρίας.
-Μ' έψαχνες;
“Μ' έψαχνες;” Αυτή πού το ξέρει; πώς το δειξα; άρα ισχύει το ότι με παρακολουθεί και το ότι το ηφαίστειο είναι τα εσώψυχά μου.
-Γιατί δεν μιλάς; σου 'φαγε η γάτα την γλώσσα;
Εγώ άθελά μου από αμηχανία έκανα κάποια κίνηση κι έβγαλα μια ελαφριά κραυγή από το στόμα μου κάτι το οποίο πρέπει να της φάνηκε ιδιαίτερα αστείο αφού ξεκαρδίστηκε να γελάει.
-Πού το ξέρεις ότι σε έψαχνα; (τελικά εξ αιτίας της αμηχανίας ήμουν απόλυτα ειλικρινής).
-Φαίνεται από το πώς με κοιτάς και με παρατηρείς.
-Συγγνώμη αν γίνομαι αδιάκριτος.
-Δεν γίνεσαι.Απλά μερικές φορές νομίζω ότι είμαι κάποιο έκθεμα σε μουσείο ή κάποιο ανεξήγητο φαινόμενο που προσπαθείς να βρείς το μυστικό της ύπαρξής του. Είσαι κάποιος τρελοεπιστήμονας;
-Όχι.
-Ασχολείσαι με τη μεταφυσική;
-Όχι.
-Με τα ζώδια;
-Αν είναι δυνατόν. Όχι βέβαια.
-Τότε γιατί είσαι τόσο χαμένος; Α... είσαι καλλιτέχνης.
-Ούτε αυτό.
-Ε, με τί ασχολείσαι;
-Ε... βασικά με τίποτα τόσο καλλιτεχνικό ή δημιουργικό. Σε τράπεζα δουλεύω.
-Δε σ' έχω δει με χαρτοφύλακα και γραβάτα ποτέ.
-Μ' έχεις παρατηρήσει πολλές φορές;
-Ναι. Και τί... θες να σου πώ;
-Πώς σου φαίνομαι; εννοώ όχι εμφανισιακά αλλά σαν άνθρωπος. Δηλ...πώς...
Αυτή, από την συνεχόμενη αμηχανία μου ξέσπασε σε γέλια και καθώς απομακρυνόταν από το ακίνητο σώμα μου μου φώναξε.
-Καλά λοιπόν σε λένε τρελό.
“Τρελό;” Έμεινα άναυδος.Εγώ; Εγώ τρελός; Όμως τώρα άμεσα με ένοιαζε να μάθω το όνομά της.
-Πώς σε λένε, φώναξα.
-Δε σου λέω.
-Γιατί;
-Για να ξανασυναντηθούμε. Κοντοστάθηκε για λίγο με κοίταξε κι εξαφανίστηκε απ' τη γωνία του δρόμου.


συνεχίζεται
.......