29/7/09

20

Είκοσι χρόνια κούρασης
συμμάχησαν / γκρεμίστηκαν όλα πάνω απ΄ την μικρή τρύπα που
κοιμάμαι / κατοικώ / διαβιώ / μένω.

Κατεβαίνω περίπατο να με χάσουν / να μείνω εκτός / μόνος ίσως
απόψε να κερδίσω πιθανόν κάποιο χρόνο.

Δρόμοι / πλάκες / φανάρια σήμερα όλοι κάτω γιορτή τραπεζάκια έξω.

Ξύλινο παγκάκι σε πλατεία αργά
μοναξιά / ησυχία άρα / άρα ξεκούραση.

Ξαπλώνω πάνω σε ξύλινο παγκάκι
με δέος / θράσος άστεγος στη θέση του Αστέγου.
Πάνω δέντρο ψηλό κοιτάει με βλέμμα υπομονετικό / αμίλητο / στωικό
θορύβους / ήχους / φωνές που έρχονται / έφτασαν / θα φτάσουν.
Στην πλάτη βρεγμένο ξερό ξύλο στηρίζει στεγνό ξερό σώμα
τρίζοντας
θέλω / πρέπει σίγουρα να γίνουμε τελικά απόψε ένα.

Αδερφέ νεκρέ ξύλο
πιες κατράμι από τη σπονδυλική στήλη που σε ακουμπάει
μαύρο κατακάθι / άχρηστο υγρό χρόνιας / χθόνιας υπερλειτουργίας
στις στεγνές σου ίνες
κάντο χυμό κρύο / γεμάτο παλλόμενη ζωή νερό μετέτρεψέ το.

Πάρε / δημιούργησε σκληρό κρύσταλλο / καθαρό μέταλλο / αγνό σώμα
δώρο στοργικό δικό μου προς τους πριν από μένα / μετά από μένα
νέους / γέρους / αγνώστους / ευγενείς / άρπαγες
ανθρώπους εποχών άλλων / εποχών ίδιων
από κάποιον που ποτέ δεν υπήρξε /
ποτέ δεν ήρθε /
δεν πέρασε στα σίγουρα ποτέ από δω.-

.......

20/7/09

ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ(3η ΑΝΑΦΟΡΑ)

Προς το παρόν όμως την τρέλα φαίνεται πως την γλιτώνω. Την μοναξιά μου όμως όχι. Γι' αυτό λοιπόν είπα να δω τηλεόραση.Θα 'χει άλλους να μιλάνε και δε θα χρειαστεί να συμμετάσχω, κάτι το οποίο με κουράζει αφάνταστα. Μια Ιαπωνική ταινία διάλεξα να δω, που λέγεται “Χαρακίρι”. Χαρακίρι που σημαίνει αυτοκτονία. Η ταινία παρουσίαζε έναν πατέρα ο οποίος για να εκδικηθεί την ατιμωτική αυτοκτονία που επέβαλαν στον γιό του σε κάποιο ανάκτορο παρουσιάστηκε ο ίδιος ως κάποιος που ήθελε να αυτοκτονήσει, και κατά τη διάρκεια του δράματος απεκάλυψε την πραγματικότητα κι εκδικήθηκε μέχρι που σκοτώθηκε ο ίδιος.Τι αυτοθυσία, τι πάθος και πίστη. Τι έλλειψη πολυλογίας κι ανάληψη γενναίων αποφάσεων με καθαρό παρ' όλ' αυτά μυαλό. Είχα κατενθουσιαστεί. Το βασικότερο όμως στην ταινία ήταν η συγκάλυψη της όλης σφαγής από τον ίδιο τον άρχοντα. Οι νεκροί πέθαναν από αρρώστια είπε κι όχι από σπαθί. Κι έτσι όλα ξανατοποθετήθηκαν στην θέση τους, από τα πράγματα του παλατιού μέχρι την μνήμη και την συνείδηση.Κι όμως μέσα σ' αυτό το μεγαλείο και την συγκινητική ατμόσφαιρα μια μικρή λεπτομέρεια μου έκανε πολύ εντύπωση. Ο πατέρας αναφέρθηκε στο προμύνημα που ένιωσε για τον θάνατο του γιού του και το τοποθέτησε χρονικά στην ώρα του σκύλου. Δεν γνωρίζω ποιά είναι αυτή η ώρα ακριβώς αλλά με την όλη ατμόσφαιρα του έργου, έμεινε στο μυαλό μου σαν κάποια νυχτερινή ώρα με εφιαλτικά σημάδια. Εκτός αυτού σαν έκφραση από μόνη της λειτούργησε σαν εικόνα μέσα μου και μού δινε την άισθηση της απειλής, της ανασφάλειας, της αγωνίας και της φυγής. Αμέσως σηκώθηκα από τον καναπέ και βρέθηκα αμέσως έξω από το σπίτι.
Στο δρόμο θυμήθηκα πως είχα διαβάσει ότι ο Τσώρτσιλ φοβόταν τα μαύρα σκυλιά και τα θεωρούσε κακούς οιωνούς, το ανέκδοτο του Χίτλερ για τον μαύρο σκύλο του, “Τα μαύρα σκυλιά” ένα βιβλίο κάποιου Άγγλου συγγραφέα που τα παρουσιάζει κι αυτός με την σειρά του ως κακούς οιωνούς. Μαύρα σκυλιά, νύχτα, μαύρη μαυρίλα.Κι εκεί που γρήγορα δρασκέλιζα τον δρόμο με την άκρη του ματιού μου είδα μια γυναίκα να κάθεται σε μια γωνιά. Σταμάτησα. Ήταν η Μαρία, καθόταν σ' ένα παγκάκι στον δημοτικό κήπο και ζωγράφιζε. Λέω, να αυτή είναι η ευκαιρία, πράξεις κι όχι πολλές ανούσιες σκέψεις, όπως στην ταινία. Την πλησίασα δειλά κάνοντας τον άνετο περιπατητή, τον φυσιολάτρη αλλά φαίνεται πως δεν μπορούσα να υποδυθώ εντελώς και σκόνταψα δυο τρείς φορές. Παράξενο, όταν προχωράω γρήγορα δεν σκοντάφτω ποτέ. Τελικά κατάφερα να ισσοροπήσω και την πλησίασα αθόρυβα από πίσω να δω τί ζωγραφίζει. Φαντάστηκα ότι αφού κάθεται σ' ένα παγκάκι στον κήπο παρακολουθώντας τα αμέτρητα δέντρα που την πλαισιώνουν, θα είχε διαλέξει ένα μικρό μέρος του περιβάλλοντος αυτού για να αποθανατίσει. Αντ' αυτού όμως δεν ζωγράφιζε τίποτα τέτοιο παρ' εκτός ένα τεράστιο ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Ε, είναι εντελώς τρελή, σκέφτηκα, και μου έφυγαν όλες οι τύψεις που είχα μέχρι εκείνη τη στιγμή για την χρήση της λέξης αυτής. Γέλασα πνιχτα και διασκέδαζα με το άσχετο της παλλέτας. Καλά γιατί δεν έκατσε σπίτι της να κάνει τον πίνακα αυτόν παρά ήρθε στον κήπο; Ξαναγέλασα. Μετά όμως νευρίασα με τον εαυτό μου γιατί σκέφτηκα ότι με την ζέστη που έχει σήμερα μόνο ο κήπος σου προσφέρει δροσεράδα για να κάνεις μια καθιστική και πνευματική εργασία με την ησυχία σου. Εκτός αυτού το πώς είχε αποδώσει το ηφαίστειο και το πώς σου μετέδιδε την αγωνία της έκρηξης(πολύ πιο εύκολο θα ήταν να είχε ζωγραφίσει την ίδια την έκρηξη) ήταν κάτι το εκπληκτικό. Τα μάτια μου δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από την παλλέτα μέχρι που είδα μια κίνηση από τα χείλη της έτσι όπως είχε στρέψει το βλέμμα της προς τα αριστερά. Λέω, θα μιλήσει, ν' ακούσω τη φωνή της. Την πλησίασα αυτή ούτε που με είδε κι εκεί που περίμενα ένα αεροπλάνο πέρασε και δεν άκουσα τίποτα. Στον ήχο του αεροπλάνου κίνησε απότομα το κεφάλι της προς τα πάνω κι εγώ εντελώς μηχανικά έφυγα τρέχοντας να μην με δει. Πάλι λοιπόν το σώμα μου πήρε απόφαση μόνο του και με οδήγησε στο σπίτι.
Το βράδυ δεν μπορούσε να με πάρει ο ύπνος καθόλου. Στριφογύριζα στο στρώμα από πολλές αιτίες. Η μία με έσπρωχνε από τα δεξιά στ' αριστερά κι η άλλη τούμπαλιν. Την μια η ζέστη, την άλλη η παλλέτα, την τρίτη που δεν άκουσα την φωνή της, οι πράξεις σε σχέση με τα λόγια. Γιατί δεν άκουσα τη φωνή της; γιατί δεν είπα κάτι; πάλι τα ίδια. Θα μου γίνει εμμονή στο τέλος.Πως θα κοιμηθώ τώρα, είναι κι η ζέστη στην μέση που με καίει. Μ' έχει κάνει ηφαίστειο έτοιμο να εκραγώ. “Ηφαίστειο έτοιμο για έκρηξη” επανέλαβα σαν να αναμασούσα τίτλο από κάποιο ντοκυμανταίρ.Αυτό είναι. Κάποιο πονηρό σχέδιο συμβαίνει εδώ. Αυτή... η Μαρία, ήξερε ότι θα την ακολουθήσω. Με είχε δει από όταν βγήκα με φούρια από το σπίτι, μ' έχει παρακολουθήσει, βλέπει την νευρικότητά μου και την αμηχανία μου και ζωγράφισε εμένα. Και νόμιζα ότι είμαι εγώ ο παρατηρητής. Τί βλάκας. Μ' έχει καταλάβει κι αποθανάτισε τα μέσα μου. Εγώ είμαι το ηφαίστειο, γι' αυτό κι εγώ κατάλαβα ότι ήταν έτοιμο να εκραγεί. Κι αυτή είτε από διακριτικότητα, είτε από δική της αμηχανία με άφησε να την πλησιάσω και να λάβω το μύνημα. Και τώρα αυτή την ώρα που μπορεί στην Ιαπωνία να είναι η ώρα του σκύλου το μύνημα αυτό γίνεται απειλή όπως την ένιωσα στην ταινία. Αύριο πρέπει να της μιλήσω, είπα μόνος μου, ηρέμησα και κοιμήθηκα.

συνεχίζεται
.......

13/7/09

Η Εποχή της Αφομοίωσης (συνέχεια)

Ο Θωμάς -έτσι τον έλεγαν- έφτασε στα σπίτια μας ένα λυπηρό πρωινό του Μαρτίου μετά από ασταμάτητο ταξίδι πολλών ωρών. Επιβεβαίωσε αυτά που είχαν ήδη φτάσει στα αυτιά μας από δεύτερα ή τρίτα στόματα χωρίς όμως να έχουμε μπορέσει να τα πιστέψουμε. Αφού του έδωσαν κάτι στοιχειώδες να φάει συνέχισε την αφήγηση:

«Μετά το Τέλος όσοι είχαμε συγγενείς ή φίλους στην πρωτεύουσα καταλάβαμε πως τους χάσαμε για πάντα. Συλλογιστήκαμε τη δική μας μοίρα και θελήσαμε να βρούμε τις λογικές της επιταγές, με μια παράξενη βιασύνη να τις εκπληρώσουμε - μας είχε βέβαια κυριέψει ο φόβος. Μιλούσαμε όλο το βράδυ για αυτά που συνέβησαν τόσο κοντά σε μας με αγωνία και κάποιοι (χωρίς να μπορούν να το κρύψουν) με έξαψη. Λυγμοί διέκοπταν τις συχνές σιωπές. Μερικοί αποφάσισαν τελικά να μπουν την άλλη μέρα στην πόλη με σκοπό να ψάξουν για πτώματα∙ ίσως απλά ήθελαν να πλιατσικολογήσουν. Εγώ είχα την τύχη ή ατυχία να δω από μακρυά τα δέντρα να μεγαλώνουν μαγευτικά και γι΄αυτό δεν έμεινε σε μένα κανένα πια δίλημμα: έπρεπε να φύγω όσο πιο μακρυά γινόταν από αυτό το φρικτό μέρος ψάχνοντας για άλλο που δε θα το βάραινε παρόμοια ύβρις. Κανείς δεν γνωρίζει το Ρυθμό του κόσμου, εγώ όμως εκείνη τη μέρα ένιωσα μπροστά μου μια τεράστια Δύναμη να κατακτάει ψυχρά ό,τι οι άνθρωποι της είχαν καταπατήσει με χυδαιότητα πολλά χρόνια τώρα. Ποιος ξέρει τι ακόμα θα ακολουθήσει...Ο Θεός ας μας λυπηθεί.»

Δυο νύχτες μετά από τη διήγηση η θερμοκρασία στην περιοχή μας έπεσε μερικούς βαθμούς. Οι γρύλλοι έπαψαν και πολλά πουλιά κάθισαν το χάραμα στα σύρματα, σαν να άρχιζε ξανά, πολλούς όμως μήνες νωρίτερα, ο χειμώνας. Φοβούμενοι μήπως λάβουμε το ίδιο τέλος από τη μήνη μιας Δύναμης (πώς αλλιώς να την ονομάσω;) που φαινόταν να καταστρέφει κάθε τι προσβλητικό γι΄ αυτήν αποφασίσαμε να εγκαταλείψουμε την περιοχή μας το γρηγορότερο, παίρνοντας ο καθένας μαζί του ό,τι πολύτιμο είχε. Το σκυλί αρνήθηκε να μας ακολουθήσει. Δεν ξέρουμε τι απέγιναν τα σπίτια μας. Ο Θωμάς είχε αναχωρήσει την ίδια μέρα, για να βρει κάποια άλλη, πιο απομακρυσμένη και ασφαλέστερη γι΄αυτόν περιοχή.
.......

6/7/09

Η Εποχή της Αφομοίωσης

Και ξαφνικά εκεί που προχωρούσε, παραπάτησε λίγο και σωριάστηκε νεκρός. Κι αμέσως κι άλλοι, όλοι. Στα πεζοδρόμια, στις διαβάσεις, στις πλατείες, παντού πεσμένοι άνθρωποι. Έτσι έγινε και το κέντρο της Αθήνας (μπορεί κι αλλού) γέμισε τελικά πτώματα. Μπορούσε κανείς να δει ανθρώπους κρεμασμένους έξω από το αμάξι τους, ξαπλωμένους στη μέση του δρόμου, σε καφετέριες μπροστά από μισοτελειωμένες μπύρες. Μπορούσε να νιώσει το κρύο τoυ θανάτου σε κάθε σπίτι, γωνιά ή πλατεία της πόλης και να του στρίψει μέσα σε ελάχιστα λεπτά - αν φυσικά γινόταν να βρίσκεται κάποιος εκεί και να μην έχει ήδη πεθάνει. Η ησυχία που απλώθηκε στη συνέχεια ήταν απόλυτη. Δεν ακουγόταν ο παραμικρός ήχος εκτός από τα τελευταία αυτοκίνητα που τράκαραν κάπου, μη έχοντας κάποιον ζωντανό να τα οδηγήσει. Όλο αυτό θα κράτησε μερικές ημέρες.
Μετά ήρθαν τα φυτά. Πράσινη βλάστηση που τρυπούσε την άσφαλτο, πετούσε τα πεζοδρόμια, έσκαγε στις γωνίες. Σκαρφάλωνε στα μπαλκόνια κι έμπαινε στα υπνοδωμάτια και τα καθιστικά, αγκάλιαζε τα κρεβάτια και χωνόταν στις κλειδαρότρυπες. Έσπαγε τζάμια, στράβωνε πόρτες, κλοτσούσε τοίχους και ταβάνια με μια καταπιεσμένη επιθετικότητα θαρρείς δεκαετιών. Το πράσινο επικράτησε εύκολα χωρίς αντιπάλους κι έτσι πολύ γρήγορα οι πρώτες πολυκατοικίες άρχισαν να πέφτουν. Άκουγες «κρακ - κρακ», δυνατά και κοφτά, μέχρι που το κτίριο σωριαζόταν τελικά με ένα εκκωφαντικό κρότο παρασέρνοντας ίσως και κάποιο ετοιμόρροπο διπλανό του. Έχεις δει συκιά να γκρεμίζει μισό σπίτι; Γιατί όχι και πολυκατοικία. Έτσι λοιπόν, αφού σιγά σιγά ισοπεδώθηκε όλη η ξεφτιλισμένη περιοχή της πρωτεύουσας και των περιχώρων της από τα δέντρα που έφτιαξαν το δικό τους κουμάντο, άρχισε η μακρά Εποχή της Αφομοίωσης, της επικράτησης του χώματος πάνω στο τσιμέντο, ή μάλλον της επανασυμφιλίωσης των υλικών της γης απάνω στη γη.
Από την εποχή αυτή κατάγομαι κι εγώ που τα διηγούμαι αυτά σήμερα, που τα άκουσα από κάποιον που έφτασε σε μας πρόσφυγας από μια γειτονική στο μακελειό περιοχή.
.......

2/7/09

ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ(2η ΑΝΑΦΟΡΑ)

Είναι γύρω στην μια βδομάδα στη γειτονιά μας. Δεν ξέω πως την λένε ούτε ποιος την έφερε γιατί να ήρθε μόνη της αποκλείεται. Δεν δείχνει ότι είναι ικανή να πάρει αποφάσεις για τον εαυτό της. Αποφάσισα κι εγώ να την ονομάσω κάπως ώστε να μην είναι απλά η τρελή της γειτονιάς. Θα μπορούσε να λέγεται Σοφία ή Δήμητρα ή Εύα ή δεν ξέρω κι εγώ πως. Τελικά της έδωσα το Μαρία που είναι και πιο κοινότυπο στην περιοχή μας.Λένε πως την έφερε ο ξάδερφός της και την παράτησε εκεί γιατί δεν την άντεχε, λένε πως είναι παιδί αιμομικτικής σχέσης κι οι γονείς της ντρέπονται για την ύπαρξη αυτή. Τα λένε όλα αυτά με την ίδια ευκολία που θα μπορούσαν να πούν ότι είναι η βασίλισσα των βατράχων που η κακιά μάγισσα την μεταμόρφωσε σε γυναίκα κι αυτή περιμένει τον πρίγκιπα των βατράχων να την φιλήσει για να ξαναγίνει βατραχάκι, ή πως είναι εξωγήινη, ή και κατάσκοπος της CIA. Πάντως η εκδοχή με τον βάτραχο μου αρέσει πιο πολύ.
Τους κατηγορώ λοιπόν ότι με ευκολία δημιουργούν υποθέσεις για την καταγωγή της και το ποιόν της. Σάμπως κι εγώ με την ίδια ευκολία δεν αναπάραξα την λέξη τρελή για το πρόσωπό της; Σάμπως κι εγώ δεν της κόλλησα ένα όνομα χωρίς να την ρωτήσω καν το δικό της; ή μήπως δεν αντιμετωπίζω με κάποια αποστροφή τη μορφή της; Είναι αλήθεια ότι θα ήθελα να την ρωτήσω τι κάνει, πως τα περνά, αν θέλει κάποια βοήθεια κι αντ' αυτού αναλώνομαι πάλι σε σκέψεις για το πως αντιμετωπίζεται από τη γειτονιά και αναλύσεις για την ψυχοσύνθεσή της.
Με κοιτάζει κι εγώ μπαίνω γρήγορα στο σπίτι. Εδώ το σώμα ενέργησε ανεξάρτητα απ' το μυαλό. Εκεί που έλεγα ότι το μυαλό παίρνει μοναχό του αποφάσεις. Αν προλάβαινα να σκεφτώ θα καθόμουν εκεί και θα την παρατηρούσα. Θα της έλεγα και καλημέρα κι αυτή ίσως χαμογελούσε με την αφέλειά μου μιας κι είναι ήδη μεσημέρι, μπορεί να μάθαινα και το όνομα της. Όμως εγώ κρύφτηκα στο σπίτι σαν κυνηγημένος. Μια σκέψη με διαπέρασε σε κλάσμα δευτερολέπτου αλλά με πλάκωσε σαν βάρος πολλών τόνων. “Θα μπορούσα να της κάνω μεγάλο κακό”. Αυτή η σκέψη με προβλημάτισε αλλά ταυτόχρονα με προτρέπει σε επικύνδυνα μονοπάτια αυτοκριτικής. Θα μπορούσα; ή είναι σχήμα λόγου; μήπως είναι σχήμα λόγου η τρελή της γειτονιάς; νομίζω ότι με την ίδια ευκολία που θα μπορούσα να της δείξω αγάπη και να της φερθώ με απόλυτη φροντίδα, με την ίδια ευκολία λοιπόν θα μπορούσα να βγάλω μίσος κι επιθετικότητα απέναντί της αλλά και σε οποιονδήποτε. Δεν έχει σημασία το πρόσωπο ούτε και τα σύναισθήματα απέναντί του. Ούτως ή άλλως αυτά αλλάζουν. Σημασία έχει σε ποιά ψυχολογική κατάσταση είμαι. Εγώ. Εγώ που μπορεί να είμαι ο άλλος, κι ένα άλλο Εγώ να μ' αντιμετωπίσει είτε με αγάπη είτε με μίσος. Ναι, αυτό μπορεί να συμβεί σε όλους τους ανθρώπους αλλά κάτι μέσα μου με πείθει ότι είμαι από τους επιρρεπείς σ' αυτόν τον τομέα. Κι αυτή, η Μαρία, είναι από τους ανθρώπους στους οποίους απολήγουν με πράξεις αυτές οι εναλλαγές που απορρέουν από τα ενδότερα του ψυχισμού του κάθε δυναμικού και αυτιστικού Εγώ. Και γιατί είναι μονίμως το θύμα; Γιατί πολύ απλά δεν έχει έντονη προσωπικότητα και φαντάζει αβοήθητη. Το αβοήθητο θύμα κάνει τον σαδιστή θύτη, ακόμα πιο σαδιστή κι ακόμα πιο θρασύδειλο.
Είπα ότι είμαι επιρρεπής αλλά όχι και κακός. Σίγουρα δεν είμαι κακός. Αν αυτό συμβεί κάποια φορά θα είναι αποτέλεσμα συγκυριών κι όχι από γνήσιο μίσος και κακία. Σίγουρα δεν είμαι σαδιστής. Κι αν κάποια στιγμή μου βγει ο σαδισμός στο προσκήνιο θα είναι αποτέλεσμα καταπίεσης για πολύ καιρό της ελεύθερής μου βούλησης.(μήπως οι κακοί και οι σαδιστές έχουν σκεφτεί τα ίδια πράγματα με μένα; μήπως κι αυτοί δίνουν τις ίδιες δικαιολογίες όπως κι εγώ;) Σίγουρα όμως είμαι αντικοινωνικός. Κι αν κάποια στιγμή φαίνομαι σε ισορροπία με το κοινωνικό περιβάλλον αυτό γίνεται είτε κατα τύχη είτε για να προφυλάξω κάποια κεκτημένα όπως αναγνωρισιμότητα και συμπάθεια αλλά και για το βασικό θέμα της επιβίωσης για το οποίο πρέπει να κάνεις συγκαταβάσεις. Απ' αυτή την άποψη η Μαρία ίσως είναι πιο απελευθερωμένη από μένα. Κι ίσως κάποια στιγμή όλες αυτές οι πιέσεις επηρεάσουν βαθύτατα τον ψυχισμό μου και βρεθώ μόνος σε κάποιο μπαλκόνι και να με λένε τρελό. Μπορεί.


συνεχίζεται
.......