20/7/09

ΣΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΣΚΥΛΟΥ(3η ΑΝΑΦΟΡΑ)

Προς το παρόν όμως την τρέλα φαίνεται πως την γλιτώνω. Την μοναξιά μου όμως όχι. Γι' αυτό λοιπόν είπα να δω τηλεόραση.Θα 'χει άλλους να μιλάνε και δε θα χρειαστεί να συμμετάσχω, κάτι το οποίο με κουράζει αφάνταστα. Μια Ιαπωνική ταινία διάλεξα να δω, που λέγεται “Χαρακίρι”. Χαρακίρι που σημαίνει αυτοκτονία. Η ταινία παρουσίαζε έναν πατέρα ο οποίος για να εκδικηθεί την ατιμωτική αυτοκτονία που επέβαλαν στον γιό του σε κάποιο ανάκτορο παρουσιάστηκε ο ίδιος ως κάποιος που ήθελε να αυτοκτονήσει, και κατά τη διάρκεια του δράματος απεκάλυψε την πραγματικότητα κι εκδικήθηκε μέχρι που σκοτώθηκε ο ίδιος.Τι αυτοθυσία, τι πάθος και πίστη. Τι έλλειψη πολυλογίας κι ανάληψη γενναίων αποφάσεων με καθαρό παρ' όλ' αυτά μυαλό. Είχα κατενθουσιαστεί. Το βασικότερο όμως στην ταινία ήταν η συγκάλυψη της όλης σφαγής από τον ίδιο τον άρχοντα. Οι νεκροί πέθαναν από αρρώστια είπε κι όχι από σπαθί. Κι έτσι όλα ξανατοποθετήθηκαν στην θέση τους, από τα πράγματα του παλατιού μέχρι την μνήμη και την συνείδηση.Κι όμως μέσα σ' αυτό το μεγαλείο και την συγκινητική ατμόσφαιρα μια μικρή λεπτομέρεια μου έκανε πολύ εντύπωση. Ο πατέρας αναφέρθηκε στο προμύνημα που ένιωσε για τον θάνατο του γιού του και το τοποθέτησε χρονικά στην ώρα του σκύλου. Δεν γνωρίζω ποιά είναι αυτή η ώρα ακριβώς αλλά με την όλη ατμόσφαιρα του έργου, έμεινε στο μυαλό μου σαν κάποια νυχτερινή ώρα με εφιαλτικά σημάδια. Εκτός αυτού σαν έκφραση από μόνη της λειτούργησε σαν εικόνα μέσα μου και μού δινε την άισθηση της απειλής, της ανασφάλειας, της αγωνίας και της φυγής. Αμέσως σηκώθηκα από τον καναπέ και βρέθηκα αμέσως έξω από το σπίτι.
Στο δρόμο θυμήθηκα πως είχα διαβάσει ότι ο Τσώρτσιλ φοβόταν τα μαύρα σκυλιά και τα θεωρούσε κακούς οιωνούς, το ανέκδοτο του Χίτλερ για τον μαύρο σκύλο του, “Τα μαύρα σκυλιά” ένα βιβλίο κάποιου Άγγλου συγγραφέα που τα παρουσιάζει κι αυτός με την σειρά του ως κακούς οιωνούς. Μαύρα σκυλιά, νύχτα, μαύρη μαυρίλα.Κι εκεί που γρήγορα δρασκέλιζα τον δρόμο με την άκρη του ματιού μου είδα μια γυναίκα να κάθεται σε μια γωνιά. Σταμάτησα. Ήταν η Μαρία, καθόταν σ' ένα παγκάκι στον δημοτικό κήπο και ζωγράφιζε. Λέω, να αυτή είναι η ευκαιρία, πράξεις κι όχι πολλές ανούσιες σκέψεις, όπως στην ταινία. Την πλησίασα δειλά κάνοντας τον άνετο περιπατητή, τον φυσιολάτρη αλλά φαίνεται πως δεν μπορούσα να υποδυθώ εντελώς και σκόνταψα δυο τρείς φορές. Παράξενο, όταν προχωράω γρήγορα δεν σκοντάφτω ποτέ. Τελικά κατάφερα να ισσοροπήσω και την πλησίασα αθόρυβα από πίσω να δω τί ζωγραφίζει. Φαντάστηκα ότι αφού κάθεται σ' ένα παγκάκι στον κήπο παρακολουθώντας τα αμέτρητα δέντρα που την πλαισιώνουν, θα είχε διαλέξει ένα μικρό μέρος του περιβάλλοντος αυτού για να αποθανατίσει. Αντ' αυτού όμως δεν ζωγράφιζε τίποτα τέτοιο παρ' εκτός ένα τεράστιο ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί. Ε, είναι εντελώς τρελή, σκέφτηκα, και μου έφυγαν όλες οι τύψεις που είχα μέχρι εκείνη τη στιγμή για την χρήση της λέξης αυτής. Γέλασα πνιχτα και διασκέδαζα με το άσχετο της παλλέτας. Καλά γιατί δεν έκατσε σπίτι της να κάνει τον πίνακα αυτόν παρά ήρθε στον κήπο; Ξαναγέλασα. Μετά όμως νευρίασα με τον εαυτό μου γιατί σκέφτηκα ότι με την ζέστη που έχει σήμερα μόνο ο κήπος σου προσφέρει δροσεράδα για να κάνεις μια καθιστική και πνευματική εργασία με την ησυχία σου. Εκτός αυτού το πώς είχε αποδώσει το ηφαίστειο και το πώς σου μετέδιδε την αγωνία της έκρηξης(πολύ πιο εύκολο θα ήταν να είχε ζωγραφίσει την ίδια την έκρηξη) ήταν κάτι το εκπληκτικό. Τα μάτια μου δεν μπορούσαν να ξεφύγουν από την παλλέτα μέχρι που είδα μια κίνηση από τα χείλη της έτσι όπως είχε στρέψει το βλέμμα της προς τα αριστερά. Λέω, θα μιλήσει, ν' ακούσω τη φωνή της. Την πλησίασα αυτή ούτε που με είδε κι εκεί που περίμενα ένα αεροπλάνο πέρασε και δεν άκουσα τίποτα. Στον ήχο του αεροπλάνου κίνησε απότομα το κεφάλι της προς τα πάνω κι εγώ εντελώς μηχανικά έφυγα τρέχοντας να μην με δει. Πάλι λοιπόν το σώμα μου πήρε απόφαση μόνο του και με οδήγησε στο σπίτι.
Το βράδυ δεν μπορούσε να με πάρει ο ύπνος καθόλου. Στριφογύριζα στο στρώμα από πολλές αιτίες. Η μία με έσπρωχνε από τα δεξιά στ' αριστερά κι η άλλη τούμπαλιν. Την μια η ζέστη, την άλλη η παλλέτα, την τρίτη που δεν άκουσα την φωνή της, οι πράξεις σε σχέση με τα λόγια. Γιατί δεν άκουσα τη φωνή της; γιατί δεν είπα κάτι; πάλι τα ίδια. Θα μου γίνει εμμονή στο τέλος.Πως θα κοιμηθώ τώρα, είναι κι η ζέστη στην μέση που με καίει. Μ' έχει κάνει ηφαίστειο έτοιμο να εκραγώ. “Ηφαίστειο έτοιμο για έκρηξη” επανέλαβα σαν να αναμασούσα τίτλο από κάποιο ντοκυμανταίρ.Αυτό είναι. Κάποιο πονηρό σχέδιο συμβαίνει εδώ. Αυτή... η Μαρία, ήξερε ότι θα την ακολουθήσω. Με είχε δει από όταν βγήκα με φούρια από το σπίτι, μ' έχει παρακολουθήσει, βλέπει την νευρικότητά μου και την αμηχανία μου και ζωγράφισε εμένα. Και νόμιζα ότι είμαι εγώ ο παρατηρητής. Τί βλάκας. Μ' έχει καταλάβει κι αποθανάτισε τα μέσα μου. Εγώ είμαι το ηφαίστειο, γι' αυτό κι εγώ κατάλαβα ότι ήταν έτοιμο να εκραγεί. Κι αυτή είτε από διακριτικότητα, είτε από δική της αμηχανία με άφησε να την πλησιάσω και να λάβω το μύνημα. Και τώρα αυτή την ώρα που μπορεί στην Ιαπωνία να είναι η ώρα του σκύλου το μύνημα αυτό γίνεται απειλή όπως την ένιωσα στην ταινία. Αύριο πρέπει να της μιλήσω, είπα μόνος μου, ηρέμησα και κοιμήθηκα.

συνεχίζεται

7 σχόλια:

  1. καλή δουλειά.

    η ζέστη μας έχει εξαθλιώσει.
    ονειρευόμαστε ηφαίστεια, αεροπλάνα.
    δροσερά πάρκα κι έρωτες.

    dog days θα πει.

    πρτφ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Μπράβο Στελάρα του! :) Συνέχισέ το αλλά μη ξεχάσεις να έρθεις κι απ΄το πάρτυ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. μπα νίμαντς...ήδη απομονώθηκε στο καλύβι του με το κερί και την κατεργασμένη προβιά για να γράψει...
    πού μυαλό για πάρτι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. κατ'-αρχήν-πιό-πάρτυ;άμα-μου-πείτε-θα-ρθω.η-προβιά-γέμισε-και-ψάχνω-για-άλλη
    mamma-με-σκλαβώνεις.
    samson-κι-εγώ-εξαθλιώνομαι-απ'-τη-ζέστη-αλλά-πιο-πολύ-από-τις-μπαλωθιές-που-με-κάνουν-βεζούβιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή